ἐπίστασθ'

ἐπίστασθ'
ἐπί̱στασθε , ἐφίστημι
set
imperf ind mp 2nd pl (ionic)
ἐπίστασθε , ἐφίστημι
set
pres imperat mp 2nd pl (ionic)
ἐπίστασθε , ἐφίστημι
set
pres ind mp 2nd pl (ionic)
ἐπίστασθε , ἐφίστημι
set
aor imperat mid 2nd pl
ἐπίστασθαι , ἐφίστημι
set
pres inf mp (ionic)
ἐπίστασθε , ἐφίστημι
set
imperf ind mp 2nd pl (ionic)
ἐπίστασθε , ἐφίστημι
set
aor ind mid 2nd pl (homeric ionic)
ἐπίστασθε , ἐπίσταμαι
know
pres imperat mp 2nd pl
ἐπίστασθε , ἐπίσταμαι
know
pres ind mp 2nd pl
ἐπίστασθαι , ἐπίσταμαι
know
pres inf mp
ἐπίστασθε , ἐπίσταμαι
know
imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πλεονάζω — ΝΜΑ, πλειονάζω Α [πλ(ε)ίον] 1. είμαι περισσότερος από όσο πρέπει ή χρειάζεται, περισσεύω 2. (το ουδ. μτχ. τού ενεργ. ενεστ. ως ουσ.) το πλεονάζον ό,τι περισσεύει, περίσσευμα, πλεόνασμα νεοελλ. υπερτερώ σε αριθμό ή σε ποσότητα σε σχέση ή σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”